- υποπροαξελεριναιμία
- η, Νιατρ. μείωση τού παράγοντα V τής πήξης τού αίματος, δηλαδή τής προαξελερίνης, η οποία παρατηρείται, κυρίως, σε βαριά ηπατική ανεπάρκεια και προκαλεί αιμορραγικό σύνδρομο.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. hypoproaccelerinemia].
Dictionary of Greek. 2013.